Η αρχική μόλυνση εμφανίζεται συνήθως εντός 2 εβδομάδων από την επαφή με τον ιό του έρπητα (χρόνος επώασης 2-10 ημέρες). Μπορεί να προσβληθεί οποιοαδήποτε περιοχή της περιγεννητικής χώρας (βάλανος, αιδοίο, κόλπος, πρωκτός, περίνεο, μηροί, γλουτοί).
Η πρωτολοίμωξη εμφανίζει συνήθως έντονη συμπτωματολογία με ερύθημα, τσούξιμο, αίσθημα καύσου & πόνο στην προσβεβλημένη περιοχή, εμφάνιση φυσαλίδων & φλυκταινών κατά ομάδες, οι οποίες στη συνέχεια μπορεί να σπάσουν, δημιουργώντας διαβρώσεις, εφελκίδες, ενώ παράλληλα το δέρμα ή ο βλεννογόνος μπορεί να επιμολυνθεί από τοπικούς μικροβιακούς παράγοντες, περιπλέκοντας έτσι την πορεία της λοίμωξης.
Σε ελάχιστες περιπτώσεις η λοίμωξη από τον έρπητα γεννητικών οργάνων εγκαταλείπει ουλή, ενώ δεν είναι σπάνια η εμφάνιση πυρετικής κίνησης, ειδικά στην πρωτολοίμωξη. Η διάβρωση ή το έλκος που δημιουργείτα, αποδράμει μόνο του εντός 2-3 εβδομάδων, μαζί με τη συνοδό λεμφαδενίτιδα (διόγκωση του τοπικού λεμφαδένα).
Μετά τη μολύνση, ο ιός δεν εξαφανίζεται, αλλά παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση στον οργανισμό, ενώ μπορεί να αναζωπυρωθεί με κάθε πτώση/αλλαγή στο ανοσιακό status κάθε ατόμου. Οι υποτροπές/αναζωπυρώσεις εμφανίζονται συνήθως εντός του έτους, μετά την πρώτη λοίμωξη, με πιο ήπια συμπτωματολογία, ενώ ο αριθμός & η συχνότητα των υποτροπών εξαρτάται από πολλούς παράγοντες (κύηση, ανοσοκαταστολή, κόπωση, άγχος, συχνές σεξουαλικές επαφές, συχνή εναλλαγή σεξουαλικών συντρόφων, έμμηνος ρύση, έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία κ.α.). Συνήθως με τα χρόνια τείνουν να μειωθούν σε ένταση, συχνότητα & διάρκεια.
Η διάγνωση γίνεται κυρίως κλινικά, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω ορολογικός έλεγχος για ταυτοποίηση του ορολογικού υπότυπου.
Η θεραπεία περιλαμβάνει συστηματική αντιική αγωγή & τοπική φροντίδα με αντισηπτικά, αντιμικροβιακά & επουλωτικά σκευάσματα, ενώ καλό είναι να ξεκινά όσο το δυνατόν νωρίτερα (εντός 24-48 ωρών), ώστε να μειωθεί η ένταση & η πορεία των κλινικών εκδηλώσεων, να περιοριστεί η μεταδοτικότητα & η εξάπλωση & να μειωθούν οι υποτροπές.
Σε περίπτωση που ο αριθμός των υποτροπών υπερβαίνει τις 6 ανά έτος, συστήνεται η έναρξη προληπτικής χημειοπροφύλαξης με την κατάλληλη αντιική αγωγή για μήνες.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη λοίμωξη από τον ιό του απλού έρπητα κατά τη διάρκεια της κύησης & του τοκετού, γι΄αυτό το λόγο οι μέλλουσες μητέρες διενεργούν προληπτικό προγεννητικό ορολογικό έλεγχο, ενώ σε περίπτωση λοίμωξης κατά τη διάρκεια της κύησης, χορηγείται σε συνεννόηση με τους θεράποντες ιατρούς η κατάλληλη αντιική αγωγή, ώστε να αποφευχθούν τυχόν επιπλοκές. Σε εγκύους με ιστορικό υποτροπιάζοντα έρπητα γεννητικών οργάνων καλό είναι να χορηγείται χημειοπροφυλακτική αγωγή μετά την 36η εβδομάδα κύησης.